Πέμπτη 28 Απριλίου 2016

Η ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΝΙΠΤΗΡΟΣ ΣΤΟ ΝΑΟ ΜΑΣ

"Ότε οι ένδοξοι μαθηταί εν τω νιπτήρι του δείπνου εφωτίζοντο, τότε Ιούδας ο δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας, εσκοτίζετο· και ανόμοις κριταίς σε τον δίκαιον Κριτήν παραδίδωσι. Βλέπε χρημάτων εραστά, τον δια ταύτα αγχόνη χρησάμενον· φεύγε ακόρεστον ψυχήν, την Διδασκάλω τοιαύτα τολμήσασαν. Ο περί πάντας αγαθός, Κύριε, δόξα σοι."

ΤΗ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕΣΑ ΣΕ ΚΛΙΜΑ ΚΑΤΑΝΥΞΕΩΣ ΣΤΟΝ ΝΑΟ ΜΑΣ Η ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΝΙΠΤΗΡΟΣ.

Αὐτὸν τὸν προκλητικὸ καὶ εἰρωνικὸ χαιρετισμὸ ἀπηύθυνε στὸν Ἰησοῦ ὁ Ἰούδας, τὴν νύκτα τῆς προδοσίας, παραδίδοντας Αὐτὸν στὰ ὄργανα τῆς τότε κατεστημένης θρησκευτικῆς καὶ πολιτικῆς ἡγεσίας τῶν Ἑβραίων.
Ταυτόχρονα, ἔδωσε καὶ τὸ «σύσσημον» (σημεῖο) τῆς ὕπουλης ἐνεργείας, τὸ φίλημα, γιὰ νὰ ἐπισφραγίσει τὴν ἐπαίσχυντη πράξη κατὰ τοῦ Διδασκάλου του.
Τὰ τῆς προδοσίας ἐπιμέρους γεγονότα διασῴζουν οἱ ἱεροὶ Εὐαγγελισταὶ καὶ εἶναι λίγο-πολὺ γνωστά.
Τὴ χρονικὴ ἐκείνη περίοδο οἱ Ἑβραῖοι προετοιμάζονταν γιὰ τὴν ἑορτὴν τῶν ἀζύμων, τὸ Πάσχα.
Ὁ Ἰησοῦς προτρέπει τοὺς μαθητὲς νὰ ἑτοιμάσουν τὸ Δεῖπνο. Ἐνῷ δὲ οἱ ἔνδεκα ἀσχολοῦνταν μὲ τὰ τοῦ Δείπνου, ὁ Ἰούδας «ἀπῆλθε» (πῆγε μόνος του) στοὺς ἀρχιερεῖς μὲ σκοπὸν νὰ τὸν παραδώσῃ: «Τί μοι θέλετε δοῦναι καὶ ἐγὼ παραδώσω αὐτόν; Οἱ δὲ ἔστησαν αὐτῷ τριάκοντα ἀργύρια». (Ματθ.κστ´ 15). Καί, σχολιάζει σχετικὰ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος· «...Πορευθεὶς οὐ μετακληθεὶς (προσκληθείς) ὑπὸ τῶν ἀρχιερέων, οὐκ ἀναγκασθείς, οὐδὲ βιασθεὶς ἀλλὰ αὐτὸς ἀφ᾿ ἑαυτοῦ καὶ οἴκοθεν ἔτεκεν τὸν δόλον καὶ τὴν γνώμην ἐξήγαγεν ταύτην, οὐδένα ἔχων σύμβουλον τῆς πονηρίας ταύτης» (Λόγος α´ εἰς τὴν προδοσίαν τοῦ Ἰούδα).
Στὴν συνέχεια παρατίθεται τὸ Δεῖπνον τῆς Εὐχαριστίας (Ὁ λεγόμενος Μυστικὸς Δεῖπνος), στὸν ὁποῖο μετέχουν ὁ Κύριος καὶ οἱ δώδεκα μαθητές. «Ἐσθιόντων αὐτῶν, γράφει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος, λέγει ὁ Ἰησοῦς: εἷς ἐξ ὑμῶν παραδώσει με» (Ματθ. κστ´ 21).
Ὁ λόγος προκαλεῖ ταραχὴ καὶ προβληματισμό. Οἱ μαθηταὶ διερωτῶνται μεταξὺ των: «Μήτι ἐγὼ εἰμὶ Κύριε;» καὶ ὁ Ἰησοῦς:«Ἐκεῖνος ἐστί, ᾧ (στὸν ὁποῖο) ἐγὼ βάψας τὸ ψωμίον καὶ ἐπιδώσω. Καὶ ἐμβάψας τὸ ψωμίον δίδωσιν Ἰούδα...».
Μετὰ ταῦτα ὁλοκληροῦται τὸ Δεῖπνο, ἀκολουθεῖ ἡ ἔξοδος καὶ ἡ προσευχὴ εἰς τὸ ὄρος τῶν Ἐλαιῶν καὶ ἡ ἀγωνία τῆς Γεθσημανῆ.
Ἐνῷ δὲ ὁ Ἰησοῦς ἦταν μὲ τοὺς ἕνδεκα μαθητές, παρουσιάζεται ὁ Ἰούδας καὶ «μετ᾿ αὐτοῦ ὄχλος πολὺς μετὰ μαχαιρῶν καὶ ξύλων....», ἔχοντας προδηλώσει στοὺς συνεργοὺς τὸν τρόπον τῆς προδοσίας καὶ παραδόσεως: «...Ὅν ἂν φιλήσω αὐτὸς ἐστί, κρατήσατε αὐτόν...». Πλησιάζει στὴν συνέχεια τὸν Ἰησοῦν καὶ λέγει: «Χαῖρε ραββὶ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν...».
«...Καλεῖς διδάσκαλον, λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, μὴ ὢν μαθητής...τί σημεῖον τῆς προδοσίας ποιεῖς τῆς εἰρήνης τὸ σύμβολον, οἶδα τίς σου τοῦ δολεροῦ φιλήματος ὑπέδειξε τὴν ὁδόν· ὁ διάβολος τῆς περιπτύξεως ταύτης τὸν τρόπον ὑπέθετό σοι, σὺ δὲ κακῷ συμβούλῳ πεισθεὶς ἐκείνου τὸ βούλημα πληροῖς (ἐκτελεῖς)».
Καὶ ὁ Ἰησοῦς: «Ἑταῖρε, ἐφ᾿ ᾧ πάρει» (φίλε, πρᾶξε ὅ,τι ἔχεις σχεδιάσει). Σχολιάζοντας ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος τὸν λόγον τοῦτον, παρατηρεῖ: «Πλήρωσον τὰς κακὰς συνθήκας, ἅς πρὸς τοὺς Φαρισαίους πεποίησαι· συντέλεσον τὸ γραμματεῖον τῆς πράξεως...κτῆσαι μετὰ τοῦ γλωσσοκόμου (ταμείου) καὶ τὸ τῆς ἀδικίας βαλάντιον, ὑποχώρησον τῷ λῃστῇ μέλλοντι διὰ τῆς ὁμολογίας λαμβάνειν τὴν τάξιν, ἥν σοι διὰ προδοσίας ἀπώλεσας» (Ὁμιλία γ´ εἰς τὴν προδοσίαν τοῦ Ἰούδα).
Ἀκολουθεῖ μετὰ ταῦτα ἡ σύλληψη καὶ ἡ προσαγωγὴ στοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τὰ γνωστὰ γεγονότα τοῦ Πάθους.
Τὸ πρόβλημα τῆς προδοσίας καὶ τὸ πρόσωπο τοῦ Ἰούδα ἀπησχόλησε ἰδιαιτέρως τοὺς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς συγγραφεῖς. Ὅλοι προσπαθοῦν νὰ ἐξηγήσουν ποιὸ ἦταν τὸ κίνητρο τῆς πράξεώς του. Πολλὰ ἐγράφησαν καὶ εἰπώθησαν.
Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης σημειώνει στὸ Εὐαγγέλιὸ του ὅτι ὁ Ἰούδας, «κλέπτης ἦν» (Ἰωαν.ιβ´ 6). Τί σημαίνει ἡ παρατήρηση αὐτή; Μήπως ὁ Ἰούδας ἀφαιροῦσε χρήματα ἀπὸ τὸ ταμεῖο τῶν μαθητῶν;
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος δέχεται ὅτι ὁ Ἰούδας «ἠγάπησεν μᾶλλον τὸν χρυσὸν ἢ τὸν Χριστὸν καὶ γέγονε περὶ τοὺς μισθωσαμένους εὔνους τε καὶ πιστός». (Ὁμιλία γ´ εἰς τὴν προδοσίαν τοῦ Ἰούδα). Πυρώθηκε, συμπληρώνει, ἀπὸ τὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας «τὸ δεινὸν τοῦτο θηρίον καὶ κοινὸν τῆς οἰκουμένης ἐχθρόν» καὶ ἐνῷ καθημερινὰ «συνῆν ἐκείνῳ», συναναστρεφόταν δηλαδὴ τὸν Ἰησοῦ παρὰ τοῦ ὁποίου «ἐπαιδεύετο δι᾿ ἔργων, διὰ λόγων, μὴ χρυσίον ἔχειν καὶ ὅμως οὐκ ἐσωφρονίσθη».
Καὶ ὄχι μόνον τοῦτο, παρ᾿ ὅτι εἶδε τὸν Ἰησοῦν νὰ διαφεύγει πολλάκις τὴν σύλληψη καὶ νὰ ἔχει δώσει πολλὲς ἀποδείξεις τῆς θεότητος καὶ τῆς δυνάμεώς του, ὅμως δὲν ἀπομακρύνθηκε «ἀπὸ τὴν πονηρὰν ἐκείνην ἔννοιαν».
Ὁ Χριστός, συνεχίζει ὁ ἱερὸς Πατήρ, «προῄδει τὸ ἀδιόρθωτον τοῦ προδότου, ἀλλ᾿ οὐκ ἐπαύσατο νουθετῶν». Ἀκόμη, συγκατετέθη νὰ τὸν καλέσει στὸ Δεῖπνο καὶ «ἐν τῷ καιρῷ τῆς προδοσίας καὶ φιλῆσαι αὐτὸν κατεδέξατο». Ἀλλὰ κανένα ἀποτέλεσμα.
Ἀντιθέτως, ὁ Ἰούδας παρότι «συνὼν τῷ Χριστῷ καὶ σημεῖα ἐργασάμενος καὶ τοσαύτας ἀπολαύσας διδασκαλίας, ἐπειδὴ μὴ ἀπαλαγεὶς τοῦ νοσήματος εἰς τοσοῦτον κατηνέχθη βάραθρον». Καὶ ὄχι μόνο. Ἐγκαταλείπει τὸν Ἰησοῦ καὶ τοὺς ἔνδεκα συμμαθητὲς του καὶ μεταβαίνει στοὺς ἀρχιερεῖς μετὰ τῶν ὁποίων «συμβόλαια σατανικὰ ποιήσας καὶ ἀργυρίου συνθέμενος λαμβάνειν» μεθοδεύει τὴν παράδοση τοῦ Διδασκάλου του.
Βεβαίως ὁποιαδήποτε προσπάθεια δικαιολογήσεως τῆς πράξεως ἢ ἄλλοι λόγοι καὶ ἂν προβληθοῦν, δὲν δικαιώνουν τὸν δράστη, δεδομένου ὅτι ὁ Ἰησοῦς δὲν ἦταν ἀρχηγὸς μιᾶς συμμορίας, μιᾶς σέκτας θὰ λέγαμε, ἀλλὰ ὁ κατεξοχὴν διδάσκαλος τῆς ἀγάπης ποὺ διεκήρυττε τὴν ἀγάπην ἀκόμη καὶ πρὸς τοὺς ἐχθροὺς πρᾶγμα ἀσυνήθιστο καὶ ἀκατανόητο γιὰ τὴν ἐποχή Του, «ὃς διῆλθεν εὐεργετῶν καὶ ἰώμενος πάντας» (Πράξεις Ἀποστόλων 10,38) καί, «ὃς ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ» (Α´ Πέτρου β´ 22).
Προδότες ὑπῆρχαν καὶ θὰ ὑπάρχουν πάντοτε σὲ ὅλες τὶς κοινωνίες καὶ κοινότητες τῶν ἀνθρώπων, σ᾿ ὅλες τὶς φυλὲς καὶ τοὺς λαοὺς τῆς γῆς. Κανεὶς ὅμως δὲν τοὺς ἀποδέχεται. Γνωστὴ εἶναι ἡ λαϊκὴ παροιμία «Τὴν προδοσίαν πολλοὶ ἡγάπησαν, τὸν προδότην οὐδείς».
Τραγικὴ ἦταν ἡ κατάληξη τοῦ Ἰούδα. Σὲ πολὺ λίγο χρόνο μετάνοιωσε γιὰ τὴν πράξη του, καί, πορευθεὶς στοὺς ἀρχιερεῖς, «ἀπέστρεψε τὰ τριάκοντα ἀργύρια λέγων, ἥμαρτον, παραδοὺς αἷμα ἀθῶον, οἱ δὲ εἶπον, τὶ πρὸς ἡμᾶς, σὺ ὄψει» (Ματθ. κζ´ 3,4).
Τραγικὸς ἐπίλογος μιᾶς μοιραίας πράξης ποὺ ἀποτελεῖ ἕνα κραυγαλέο παράδειγμα ἀποφυγῆς, γιὰ ἐκείνους ποὺ ρέπουν σὲ παρόμοιες βουλές, τῶν ὁποίων τὸ τέλος ἡ καταστροφὴ καὶ ὁ ἀνεπίστροφος δρόμος.
Μεγάλη Πέμπτη, τρέχουσα χρονολογία, δύο χιλιάδες ... Ὁ Ἰησοῦς προδομένος καὶ ταπεινωμένος στέκει μόνος μπροστὰ στὸ κριτήριο (δικαστήριο) τῶν ἰσχυρῶν τῆς γῆς. Θρησκευτικῶν καὶ πολιτικῶν. Πῶς; Στὸ πρόσωπο τῶν ἀδικουμένων, τῶν σκλάβων, τῶν φυλακισμένων, τῶν ἐν πολέμοις ὄντων, τῶν ἀσθενῶν, τῶν ἐμπεριστάτων, τῶν ἀδυνάτων, τῶν πενήτων. Γι᾿ αὐτοὺς μία ἐλπὶς ὑπάρχει: Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ φιλανθρωπία τῶν ὀλίγων.








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου